Sunday, February 21, 2010

Θα το πω κι ας πέσει χάμω...



Με αφορμή άρθρο στο TVXS όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται δήλωση του κου Αλ. Τσίπρα:
"ραγδαία επιδείνωση της οικονομίας, μακροχρόνια ύφεση και διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής, με αποτέλεσμα να ξεχάσουμε την Ελλάδα που ξέραμε"

Δηλ. ήταν καλά η οικονομία πριν επειδή έτσι την παρουσίαζαν;
Εγώ κατάλαβα ότι ζούσαμε με πλαστά στοιχεία.

Κοινωνική συνοχή; Μα εγώ είχα την εντύπωση ότι κάποια κομματικά λαμόγια και οι φίλοι τους έλυναν και έδεναν σε βάρος μιας σιωπηλής κοινωνίας που απελπιζόταν καθημερινά και ξενητευόταν για να ξεφύγει από τον στραγκαλισμό των βολεμένων και των τρωκτικών.

Η Ελλάδα που ξέραμε δεν είναι αυτή που υποκατέστησε την ποίηση με την πορνογραφία; Δεν είναι αυτή που κατρακύλησε στην αμεριμνησία της σκυλίσιας πίστας, στο ροζ θέαμα και το κίτρινο της τηλεοπτικής αποχαύνωσης, που βυθίστηκε στο νεοελληνικό χαβαλέ, την ευκολία, την ξετσιπωσιά, το νεοπλουτισμό με κάθε μέσο και απέβαλε την έννοια της αριστείας;

Μα τί ακριβώς νοσταλγεί ο κύριος και ποιόν εκπροσωπεί αυτή η αριστερά σήμερα; Μια αριστερά που δεν υπερασπίζεται αριστοκρατικές αξίες για τον λαό, αλλά μονάχα νιαουρίζει διαρκώς για κεκτημένα εν κενώ; Τί είδους εναλλακτική οικονομία ευαγγελίζεται αν δεν διαθέτει αξιακό σύστημα αριστείας που να ανταγωνιστεί την αδικία και την ολιγαρχία σε επίπεδο ηθικού προσανατολισμού για τους ανθρώπους; Τί είναι μια αριστερά που απλά κολακεύει την εκμαυλισμένη και υποδουλωμένη στο κομματικό κράτος λαϊκή πελατεία;

Αν υποψιαστώ ότι ταυτίζεται με την κρατικοαναθρεμμένη μετριότητα, θα πεεεεθάνω, γι'αυτό... την ύστατη στιγμή. Ας πει κάποιος από αυτούς κάτι και για τα κακώς κείμενα της Ελλάδας τους, ...γιατί δική μου Ελλάδα αυτή η δυσωδία δεν ήταν ποτέ.

Θυμάμαι ένα τραγούδι από τα παλιά, από την μελαγχολική Ελλάδα των γονιών μου, όταν η εξουσία ήταν βρωμερή, αλλά οι λαϊκοί άνθρωποι ήταν ακόμη φτωχοί και περισσότερο ακέραιοι, ήξεραν κάτι παραπάνω για την ωμότητα της ύπαρξης, αναγνώριζαν την αλητεία και την καλωσύνη, ζούσαν τα πράγματα από πρώτο χέρι και όχι διαμεσολαβημένα από τις ωραιοποιήσεις του lifestyle. Αυτοί οι πρωτόγονοι λαϊκοί άνθρωποι ήταν πιο πραγματικοί, πιο σκληροί, πιο τρυφεροί, χειρότεροι και καλύτεροι. Με λίγα λόγια είχαν ένα δυναμικό που τους τραβούσε προς το μέλλον. Πονούσαν και αγαπούσαν, είχαν εσωτερική ζωή. Δεν ζούσαν βλέπεις με μια TV για εγκέφαλο. Το τραγούδι έλεγε "Μια καλημέρα είναι αυτή, πέστη κι ας πέσει χάμω". Δηλ. αναγνώρισε τον άλλο που μπαίνει στον ορίζοντα του βλέμματος, δείξε του πως αντιλαμβάνεσαι και χαιρετάς το πέρασμά του πλάι σου. Ρίσκαρε να μιλήσεις από καρδιάς στον άλλο, να του απευθύνεις χαιρετισμό κι ας μην το αναγνωρίσει. Είναι μεγάλο πράγμα η συνάντηση των ζωντανών. Ακτινοβολεί όλη την λυρική και επική παραμυθία.

Αυτό ζητώ σήμερα, αυτό εκτιμώ, αυτό ελπίζω. Και όχι άλλη πόζα, δήθεν κομματική λογική που καταργεί την όραση και την πραγματικότητα. Διότι δεν είναι λυμένο το θέμα μας, πρέπει να μπορέσουμε να ξανασκεφτούμε με δύναμη.

Όχι, δεν ήταν διόλου καλά τα πράγματα στην Ελλάδα κύριε Τσίπρα κι αν δεν δείτε που κολλάτε κι εσείς σε αυτό το πρόβλημα, αν δεν δείτε τι είδους συμμαχίες φτιάξατε για να στηρίξετε τους δικούς σας καθεστωτικούς σε πανεπιστήμια, δήμους, συλλόγους και συντεχνίες, τότε δεν είστε χρήσιμος. Εγώ θα το λέω αυτό που βλέπω κι ας πέσει χάμω.

Thursday, February 18, 2010

ένα γράμμα κάπου χαμένο από πέρυσι




Ίσως να είναι και στο Λονδίνο πιο δύσκολο τώρα να βρεις δουλειά γιατί έχουν κι εκεί αύξηση της ανεργίας, όμως ποτέ δεν ξέρεις. Αν επιμείνει κανείς, όλο και κάτι βρίσκει, χωρίς βέβαια να είναι συχνά και ότι καλύτερο.

Ξέρεις, αυτή η ιστορία με την Γάζα ήρθε κάπως σαν το κερασάκι στην εν συγκρίσει lifestyle βία που έπληξε την Αθήνα. Εγώ αισθάνθηκα ότι οι πρώην συνεργάτες μου τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα η ομάδα "...", επέδειξαν μια πολύ στυγνή, επαρχιώτικη, εφηβική και τελικά απάνθρωπη συμπεριφορά. Αισθάνθηκα ότι πάσχουν από ιδεοληψία και δεν αντιλαμβάνονται ούτε υπερασπίζονται τους ανθρώπους. Αισθάνθηκα μια πνευματική ρήξη. Μου φάνηκε ότι βρέθηκα απέναντι σε μια έκρηξη μεγαλομανίας εκτός από την έκρηξη μανίας. Η σκληρότητα και η μικρόψυχη ιδεολογική καθαρότητα με απωθούν και με εξοργίζουν. Αυτά τα στοιχεία είδα στα γεγονότα της Αθήνας και τα είδα να χαρακτηρίζουν την κουλτούρα μεγάλου μέρους της εναλλακτικής σκηνής. Δεν έχω να θρηνήσω κάτι, απλά δεν βρίσκω και πως θα μπορούσα να ξεπεράσω την αλλοτρίωση σε σχέση με την κοινωνία που με περιβάλλει, όχι την ευρύτερη, αλλά αυτή μέσα στην οποία κινήθηκα τόσο καιρό. Η Αθήνα μου φαίνεται σαν ένα Ισραήλ και Γάζα μαζί, αλλά σε εκδοχή lifestyle.
Πολύ ευχαρίστως, νομίζω, θα έπαιρναν τα όπλα και θα αλληλοεξοντώνονταν. Εγώ θα παρέμενα η γραφική φιγούρα που θα εισέπραττε πυρά και από τις δυο μεριές.

Με άλλα λόγια, αισθάνθηκα ότι όλα είναι μια επιφάνεια, ένα κάλυμμα και από κάτω βράζει η ωμότητα. Ο πολιτισμός είναι με αυτή την έννοια μια πρόφαση.

Η τελευταία συνεργασία που είχαμε δεν ήταν καθόλου άσχημη, αλλά δεν βλέπω να υπάρχουν πολλές τέτοιες ευκαιρίες και δεν βλέπω να εξασφαλίζουν κάποια συνέχεια και κάποια προοπτική.
Αυτό που συμβαίνει είναι ότι οι περισσότεροι που κάνουν κάτι, έχουν φροντίσει να διαθέτουν κάποιο βόλεμα το οποίο σιχτιρίζουν, αλλά διατηρούν με νύχια και δόντια. Η Λ. τη θέση στο υπουργείο, ο Γ. τη θέση στο πανεπιστήμιο, ο επηρμένος Π. τα πάρε δώσε με τις θεσμικές διοργανώσεις... και όλοι αυτοί, θεωρούν εμένα εσωστρεφή και σχεδόν αντιδραστική, επειδή, μη έχοντας κάποιο κονφορμιστικό βόλεμα στην κατακριτέα καθεστηκυία τάξη, καταλήγω να υπερασπίζομαι την κοινωνική ηρεμία και την επένδυση, την υλική επένδυση, με υλικές απαιτήσεις, στην ανεξάρτητη δημιουργικότητα.

Ουσιαστικά, αισθάνομαι ότι με περιβάλλει μια ψύχωση αρνητισμού και ένα φοβικό σύνδρομο που απαξιώνει κάθε διάθεση ουσιαστικής κοινωνίας. Η απόλυτη, η δογματική κριτική και η υστεροβουλία της συμπλεγματικής ματαιοδοξίας, δίνουν τον τόνο. Όλα αυτά κρύβουν ανθρώπινη μιζέρια και έλλειμμα ψυχικού αποθέματος.

Το πρόβλημά μου τώρα είναι ότι αισθάνομαι πως μετά από τόσα πολλά χρόνια στην Αθήνα, είναι σα να ξεκινώ και πάλι από το μηδέν. Και γιατί να ξεκινήσει κανείς από το μηδέν πάλι στην Αθήνα;



photos: stills from the film "Carnival of Souls"

Sunday, February 7, 2010

Ναι κύριε Γιανναρά, αλλά μήπως είναι πιο περίπλοκα τα πράγματα;




Σε σχέση με το παρακάτω άρθρο του Χ. Γιανναρά που αντιγράφω από την Καθημερινή
(07-02-10), έχω μια "απλή" ερώτηση: είναι άραγε τόσο σαφής και προκαθορισμένος ο ανθρωπολογικός τύπος που μας αφορά ή αυτός που επιδιώκουμε να πραγματώσουμε;

Δηλαδή, αν εσείς έχετε χαρτογραφήσει πλήρως και εκ των προτέρων την Ιθάκη, τί μοίρα επιφυλάσσετε σε όσους και όσες από μας ωριμάσαμε διατρέχοντας την απόσταση ανάμεσα στην αλήθεια και το veritas, την δημοκρατία και το res publica, πρόσωπo και persona, σε όσους από μας πήγαμε ίσως και πιο πέρα, εγκλωβιστήκαμε προς στιγμήν σε σιωπές ενδιάμεσες, αφουγκραστήκαμε κάποτε τους τρόπους της Τουρκικής γλώσσας ή κάποιας άλλης πιο ανατολικής παράδοσης, ερωτευτήκαμε σε άλλες γλώσσες, κλάψαμε σε άλλες γλώσσες και επιστρέψαμε και πάλι στην ελληνική με συντριβή, προβληματισμό, αγάπη, ελπίδα και όνειρο; Ποιός σας είπε ότι όσοι αλλόφυλοι μας μπόλιασαν με τη ζωή τους ήταν παγωμένοι τύποι μιας δυτικής αντίληψης και όχι (σαν και του λόγου μας) ταξειδευτές του κόσμου; Ποιός σας απέδειξε ότι τα πράγματα είναι αυστηρά έτσι ή αλλιώς; Είναι τελικά δυνατόν να παγώσουν οι κοινωνίες και να περιχαρακωθούν μέσα σε μια και μόνη κοσμοαντίληψη! Τί μένει από την γνώση όταν χαθεί η απορία;

Φυσικά με ενδιαφέρουν πολύ οι αγωνίες σας και το θέμα της γλώσσας αποτελεί πρωταρχικό μου μέλημα, πιστεύω δε ότι στην Ελλάδα έχουμε παραμελήσει αυτό το ουσιώδες της ιδιοσύστασής μας, όμως η λύση δεν είναι να αποποιηθούμε τον πλούτο μας... όσα σπέρματα αλλοφύλων ηδονικά συλλέξαμε και μας δηλητηρίασαν (ευτυχώς) ώστε να είμαστε σήμερα μπάσταρδα πνεύματα -και το λέω αυτό με έμφαση: πνεύματα. Δεν μιλώ για τους μιμητές της φόρμας, τους "σουλατσαδόρους" της επιφάνειας που ποτέ δεν είχαν φορτίο ιστορικής αποστολής, ποτέ δεν είχαν γόνιμο έδαφος για τα ατυχήματα της ερωτικής επιμειξίας. Μιλώ για όσους και όσες αγαπούν με πάθος το ταξίδι και αναζητούν διαρκώς μιαν επιστροφή, πιθανά ανέλπιδη αλλά και σωτήρια. Επιστροφή στο συμπαγές είναι του παρόντος χρόνου, ικανό να συμπεριλάβει το μέχρι πρότινος άρρητο και να εκπορεύσει την επική εξιστόρηση και τη λυρική παραμυθία εκ νέου.
Αν η αποδόμηση προέκυψε ως αναγκαιότητα μιας άλλης κοσμοαντίληψης, δεν καταλαβαίνω πως μπορούμε να οριοθετήσουμε αυτό το άλλο με τόσο συνοπτικές ιδεολογικές "φάτουα". Ας καυτηριάσουμε καλύτερα την κατάρα της σύγχρονης Ελλάδας, την μέγιστη κατάρα: την αποποίηση της ιστορικότητας χάριν μιας ανώδυνης ευκολίας του φαίνεσθαι.




Εξουσία που «αποδομεί» την κοινωνία

Tου Χρηστου Γιανναρα

Το να είσαι Ιταλός, Γάλλος, Βρετανός, Ελληνας ή ό, τι ανάλογο δεν δηλώνει μόνο μια συμβατική, κρατική υπηκοότητα. Δηλώνει ότι «ανήκεις» σε μια συλλογικότητα με μεγαλύτερη ή μικρότερη ώς τώρα διαδρομή στην ανθρώπινη Ιστορία – ανήκεις σε μια γλώσσα, σε μια συνείδηση κοινού παρελθόντος, σε κοινή νοο-τροπία, κοινό θησαύρισμα πείρας που παραδίνεται από γενιά σε γενιά και διαμορφώνει συν-ήθειες, ένα κοινό ήθος, περίπου συλλογικό χαρακτήρα.

Οταν στη μητρική σου γλώσσα (τη γλώσσα που σε πρωτομπόλιασε στην κοινή «λογική»: σε σκέψη και κρίση) η συλλογικότητα σημαίνεται ως «κοινωνία» (δυναμική σχέσεων, συμ-μετοχή και αλληλεξάρτηση στην πραγμάτωση της ζωής), δεν είναι δυνατό να έχεις την ίδια οπτική και την ίδια εκδοχή της πραγματικότητας με συνάνθρωπό σου, καθ’ όλα σεβαστόν και αγαπημένο, που στη μητρική του γλώσσα η συλλογικότητα είναι μόνο «societas», δηλαδή «εταιρισμός επί κοινώ συμφέροντι». Αλλη νοο-τροπία και άλλα αντανακλαστικά σκέψης και πράξης διαμορφώνει το νοηματικό και βιωματικό φορτίο της λέξης «α-λήθεια» και άλλο της λέξης «veritas», διαφορετικό της λέξης «νόμος» και διαφορετικό της λέξης «lex» – το ίδιο και με αναρίθμητα ακόμη ζεύγη λέξεων: «λόγος» και «ratio», «πρόσωπο» και «persona», «δημοκρατία» και «res publica» κ. λπ., κ. λπ.

Διαφορετικόν ανθρωπολογικό τύπο διαμορφώνει μια συλλογικότητα με παρελθόν κατακτητικών κυρίως πολέμων, επιθετικών αναζητήσεων «ζωτικού χώρου», αποικιοκρατικών εθισμών, και διαφορετικόν μια άλλη που αιώνες πολλούς κυρίως αμυνόταν, επιβίωνε χάρη στην πανανθρώπινη εμβέλεια της πνευματικής της πραμάτειας. Διαφορετική νοο-τροπία και ήθος χαρακτηρίζει μια συλλογικότητα που η μεταφυσική της αναφορά ήταν πάντοτε ένας Θεός τιμωρός, αμείλικτος δικαστής και σαδιστής πατέρας, η «αμαρτία» παράβαση νόμου, ενοχή, εξαγοράσιμος κολασμός, και διαφορετική προκύπτει μια συλλογικότητα που ξέρει τον Θεό «νυμφίο», «εραστή μανικώτατον» του ανθρώπου και την αμαρτία «αστοχίαν», «απόπτωσιν από του στόχου», του στόχου πληρότητας της ζωής που είναι ο «όντως έρως».

Δεν ανήκουμε σε «εθνότητα», είναι ανεπαρκέστατη η λέξη. Ανήκουμε σε μια γλώσσα, σε μια κοινή ιστορική εμπειρία, σε μια παράδοση και συνέχεια πείρας, νοοτροπίας, μεταφυσικής ελπίδας. Αλλά αυτό το «ανήκειν», το «συνυπάρχειν» με κοινό, συνεκτικό της συλλογικότητας «τρόπο», βιώνεται και κατανοείται σε συνάρτηση πάντοτε με την καλλιέργεια του καθενός, το αισθητήριό του «ποιότητας» της ζωής.

Οι φτηνοί άνθρωποι του ό, τι φάμε ό, τι πιούμε και ό, τι τέλος πάντων ηδονικό αρπάξουμε, παρακάμπτουν το υπάρχειν (που είναι πάντοτε συνύπαρξη) και λογαριάζουν για ζωή το «έχειν»: Να κατέχουν, να εξουσιάζουν, να τα έχουν όλα υποταγμένα στις απαιτήσεις του εγώ. Καταλαβαίνουν τη συλλογικότητα μόνο σαν «κράτος» και το «ανήκειν» μόνο σαν συμβατική «υπηκοότητα». Λογαριάζουν το κράτος σαν εξουσιαστικό μηχανισμό διαχείρισης των κοινών και τους ενδιαφέρει μόνο για όσα χρηστικά τους παρέχει.

Πολύ συχνά, φτηνοί άνθρωποι ορέγονται τη διαχείριση του κράτους, την εξουσία της διαχείρισης. Οχι για να υπηρετήσουν τον δημιουργικό δυναμισμό της κοινωνικής συνοχής, τη γλώσσα, την ιστορική συνείδηση, τη θησαυρισμένη παράδοση, τη μεταφυσική ελπίδα – είναι ευτελείς άνθρωποι, δεν καταλαβαίνουν τίποτε από αυτά. Διψάνε εξουσία από ιδιοτέλεια και μόνο: Να προβληθεί το εγώ τους, να εξαρτώνται όλοι οι άλλοι από αυτούς, να βρίσκονται συνεχώς στη δημοσιότητα, να εισπράττουν κολακείες και χειροκροτήματα. ΄Η για σκοπιμότητες χυδαίου ηδονισμού: Να μπορούν να κλέβουν το δημόσιο ταμείο, να διαπλέκονται με μεγιστάνες του πλούτου και να δωροδοκούνται, να ζουν με πολυτέλεια ονειρώδη για τις ικανότητές τους και την καταγωγική τους ανέχεια.

Αφού λογαριάζουν τη συλλογικότητα μόνο σαν χρηστικό δεδομένο, ωφελιμιστική πραγματικότητα, τι πιο φυσικό να είναι απάτριδες, διεθνιστές, συνεπέστατοι «αποδομιστές» κάθε μη χρηστικής εκδοχής των θεμελίων της συνύπαρξης – της γλώσσας, της παιδείας, της Ιστορίας, της Τέχνης, της πολιτικής, της μεταφυσικής. Και για να προσδώσουν εγκυρότητα στον πρωτογονισμό του ατομοκεντρισμού, καταφεύγουν στην πιο αναχρονιστική και άκριτη ανάγνωση του Μαρξισμού: Βλέπουν τη συλλογικότητα να συγκροτείται μόνο στη «βάση» των παραγωγικών και ανταλλακτικών σχέσεων, επομένως ο πολιτισμός, οι διαφορές των πολιτισμών, η ποικιλία των παραδόσεων, δεν είναι παρά «εποικοδόμημα» σε αυτή την πρωτεύουσα βάση. Πώς λοιπόν να μην είναι πανέτοιμοι, παίρνοντας την εξουσία, να καταστρέψουν τη γλώσσα, να στρεβλώνουν και κατασυκοφαντήσουν την ιστορία του τόπου τους, να διασύρουν την αξιοπρέπεια του λαού τους, να χλευάσουν τη λαϊκή παράδοση και ευσέβεια, να πρακτορεύσουν (με το αζημίωτο) ξένα συμφέροντα;

Η καταφυγή της μηδενιστικής πολιτικής πρακτικής σε μαρξιστικά ψιμύθια, προκειμένου να εξωραϊστεί ο πρωτογονισμός της ακοινώνητης εγωκεντρικής ύπαρξης, δεν περιορίζει το σύμπτωμα σε μόνη την παράταξη της δήθεν Αριστεράς. Στην Ελλάδα τουλάχιστον, η διαχείριση της Παιδείας ανατίθεται (από κάθε κυβέρνηση οποιουδήποτε κόμματος και πρωθυπουργού) σε άτομα του ανθρωπολογικού τύπου των «αποδομιστών». Και αν υπάρξουν διαμαρτυρίες για την προκλητική αυθαιρεσία και αναίδεια αυτών των ατόμων, ξεσηκώνεται αμέσως μια θαυμαστά συντονισμένη συγχορδία υπερασπιστών της «αποδόμησης», συγχορδία από πριμαντόνες της δημοσιότητας που καλύπτουν όλο το «πολιτικό» φάσμα: από τη νεοφιλελεύθερη Δεξιά ώς την πιο φανταιζίστικη τάχα και Αριστερά.

Οταν έγραφε ο Καβάφης: «... το άριστον εκείνο, Ελληνικός – ιδιότητα δεν έχ’ η ανθρωπότης τιμιοτέραν· εις τους θεούς ευρίσκονται τα πέραν», απηχούσε μιαν επίγνωση της ελληνικότητας αυτονόητη στις μέρες του για μεγάλες πληθυσμικές ομάδες (όχι μόνο ελληνόφωνες). Από μια τέτοια επίγνωση (συνάρτηση καλλιέργειας) στερούν τον Ελληνισμό (τον ελλαδικό και της διασποράς) οι θλιβερές συμπλεγματικές φιγούρες που προσλαμβάνονται στο υπουργείο Παιδείας (με κάθε κυβέρνηση) για να οργανώσουν την κοινωνική άμυνα απέναντι στην απειλή του «εθνικισμού».

Οι πολλοί απλοί άνθρωποι που επενδύουν συναισθηματικά σε ιδεολογικές γενικότητες περί ενδόξων προγόνων και πρωτοπορίας άλλοτε στον πολιτισμό, δεν μπορούν πια να έχουν την επίγνωση της καβαφικής ελληνικότητας. Νιώθουν, όμως, να βιάζεται ο ψυχισμός τους από την πολιτική μεθοδικού αφελληνισμού της ελληνόφωνης (ακόμα) κοινωνίας. Και η μόνη λογική εξήγηση που βρίσκουν γι’ αυτό τον βιασμό, συνάγεται από συμπεριφορές που όζουν «πρακτοριλίκι». Δεν είναι μυστικό ότι ο «ξένος παράγων» θέλει από το ελλαδικό κρατίδιο να απεμπολήσει εσπευσμένα την ελληνικότητα της Κύπρου, της Μακεδονίας, του Αιγαίου – τουλάχιστον.

Ολα έχουν μια τιμή. Εκτός από την καβαφική ελληνικότητα.


(η φωτ. είναι από την ταινία carnival of souls)

Πηγή έμπνευσης: http://www.tvxs.gr/v12751

Το παρακάτω άρθρο αποτελεί ακόμη μια προσφορά στο μέλλον της πατρίδας μας (heimat)

Εμβόλιμη εισαγωγή/σύνοψη:
Βρίσκω αλλού ξημερωμένο όποιον δεν αντιλαμβάνεται την ανάγκη της βιωματικής σύνδεσης ανάμεσα στον τραγουδοποιό ή λαϊκό μουσικό και τον κόσμο. Η Lhasa τραγουδά σε δυο τρεις γλώσσες, αλλά είναι όλες δικές της, έχει ζήσει και ζει μέσα σε αυτές τις γλώσσες. Από την άλλη, η Αρβανιτάκη για παράδειγμα αγγίζει πολλούς ανθρώπους που δεν καταλαβαίνουν ελληνικά. Γιατί; Μα βέβαια, επειδή δεν μαϊμουδίζει, αλλά έχει αυθεντική φωνή που συχνά υπερβαίνει τα γλωσσικά και πολιτισμικά σύνορα, κάτι που ισχύει για κάθε μουσικό που έχει τα πόδια του στη γη, στο συγκεκριμένο, σε κάποιο πραγματικό τόπο. Από μια τέτοια στέρεη βάση μπορείς να ξεκινήσεις για να κάνεις όλων των ειδών τα πειράματα, αλλά προϋπόθεση είναι να αναγνωρίσεις το έδαφος όπου πατάς. Όλα τα υπόλοιπα είναι συμπώματα μιμητισμού, ναρκισιστικά πειράματα στο κενό.


...Λοιπόν, συνήθως δεν γίνομαι bitchy,
αλλά, επειδή έχει παραγίνει το πράγμα με την φόρα γε-γε των πολιτισμικών παραγωγών με όνειρα διεθνούς μεγαλείου (optional κομπολόϊ ή φράτζα) που χουρχουρίζουν ανοιχτόστομα καταπίνοντας το τελευταίο αφόδευμα του ΝΜΕ* αν βγαίνει ακόμα η χαζοφυλλάδα και καταντήσαμε τη Μόνικα ανίκανη να ψελλίσει το όνομά της χωρίς proforah... ήθελα να σας πω ότι τα αγγλοκεντρικά γκρουπάκια ψιλοανακατέβουν τη σούπα των υπολειμμάτων από τις προηγούμενες δεκαετίες της naive έκφρασης (λουλούδια, από τ'αυτιά ως την κωλότσεπη του Μόρισσι...), όταν ακόμη η κουλτούρα έβγαινε κυρίως από την μεταμοντέρνα Δύση και νομίζαμε ότι αυτή η μαυρίλα, η παραφορά, η θλίψη που ψυχανεμιζόταν το τέλος της ηγεμονίας της, αποτελούσε κοσμικό επιφαινόμενο, αυτό που οι φιλόσοφοι ονομάζουν "universal".

Η ποπ κουλτούρα βεβαίως βεβαίως, αργοπορώντας όσο έμενε κυρίαρχη η ΤV και με απίστευτη επιτάχυνση (να μη σκεφτώ καν τι γίνεται πια, στα χρόνια του Web2), έφτασε αισίως στον τοίχο του φυσικού ήχου, στον θόρυβο, στην απρόσωπη κυβερνοποπ, στα τυχαία ηχητικά συμβάντα... ξεπήδησαν οι πραγματικά ζωντανές και αυτονομημένες σκηνές fusion από την Βαρκελώνη μέχρι τη Λαχώρη και το Τόκυο. Πήρε φωτιά το τοπίο, εξατμίστηκε όλο. Και κολυμπάμε πια σε αυτό το ψυχονέφος... κολυμπάμε δίχως υποχρεώσεις σε άλλον πέρα από τη συνείδησή μας, σίγουρα δίχως σιγουριά, δίχως γνώση που να μην επιδέχεται αμφισβήτηση.

Έρχονται τώρα καθυστερημένα κάποιοι νοσταλγοί του μαζικού ροκ και της αυθεντίας... (οι λάτρεις του μπλε χαπιού) να μας πουλήσουν φούμαρα για μεταξωτές κορδέλλες. Nice old expression. Το ίδιο κάνουν και τα έμο υβρίδια, δεν λέω. Αρσενικό και θηλυκό, γιν γιαν. Nαι, ήθελα λοιπόν να πω, ότι it's OK, όποιος θέλει να πληρώσει για να χαζέψει τους περιφερόμενους με το τελευταίο χιτάκι, σιντάκι, ποντκαστάκι κλπ, ...it's OK, όποιος θέλει θα το κάνει και θα κατεβάσει και μερικές μπύρες και από κει και πέρα θα του αρέσει ότι κι αν κουδουνίζει μέσα στα αυτιά του, όπως γινόταν πάντα. Όμως, μη μας ζαλίζετε άλλο με το τελευταίο trend se agglikia glwssa... υπερθεματίζοντας αναίσχυντα! Γιατί εκεί που βρεθήκαμε ο κόσμος σήμερα... Τί αξίζει να ακούει κανείς;
Τί, πώς, πού...

Αφού μπορεί να κάνει remix κανείς την ίδια του τη ζωή, σερφάροντας στα δαιδαλώδη φιορδ με Σομαλούς και άλλους πειρατές, μαθαίνοντας καθημερινά κόλπα και ρουφώντας την μεμοραμπίλια που σέρνεται άπλετη στο διαδίκτυο: να βρίσκεται με τους φίλους του (επιτρέψτε μου: Gal Kosta, Shostakovich, Bliki Circus, Edgard Varèse, 武満徹, Henryk Górecki, Nusrat Fateh Ali Khan u know what I mean) ή μόνη/ος, με ένα καλό ζευγάρι ηχεία και να απολαμβάνει σύμμεικτα περιβάλλοντα, βιολογικών φρούτων με κρασί, πνοές φρέσκου αέρα, ησυχίας, ένα κίτρινο βιβλίο μέχρι να δύσει ο ήλιος και άμα λάχει, έναν υπνάκο, ακόμη και γιόγκα.

Κοινώς,
το τί σαρώνει την υφήλιο (πέρα από τη βλακεία),
το τι είναι διάφανο με υψηλές προδιαγραφές (πέρα από την κουνουπιέρα μου),
το τι αποτελεί ρευστό μεθυστικό ρόφημα (πέρα από το τσάι Ντε Νι) και
το τι είναι ασεβές (πέρα από την άρνηση να παραμυθιαστούμε κατά παραγγελία),

τα τέσσερα ως άνω και πολλά άλλα, αποτελούν σειρά ερωτημάτων που επιδέχονται πολλαπλές λύσεις, κατά τρόπο που αν ήταν πολυώνυμο δεν θα είχε απαραίτητα γραφική παράσταση συγκλίνουσα στα γκισέ κάποιου διασκεδαστηρίου ή άλλης νυχτερινής πίστας.

Καλή τύχη σε όλα τα παιδιά, καλή προσγείωση στα έπεα**.




*νάσιοναλ μιούζικαλ εξπρές
**πτερόεντα